Transcript
1 ΧΛΩΡΙ∆ΙΚΗ ΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΦΥΤΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ Παναγιώτης Τρίγκας Το µ έας Βιολογίας Φυτών , Τ µ ή µ α Βιολογίας , Πανεπιστή µ ιο Πατρών , 265 00 Πάτρα Εισαγωγή Η περιοχή του Αιγαίου είναι µ ία από τις περισσότερο µ ελετη µ ένες χλωριδικά περιοχές της Μεσογείου . Μία σειρά ση µ αντικών δη µ οσιεύσεων από τον Rechinger (1943,1951), συνεχιζό µ ενες κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 από άλλους ερευνητές και κυρίως τις ο µ άδες των πανεπιστη µ ίων Lund και Γενεύης , δη µ ιούργησαν την πρώτη , και αρκετά ξεκάθαρη εικόνα της χλωρίδας και της φυτογεωγραφίας της περιοχής . Οι προσπάθειες των ερευνητών επικεντρώθηκαν κυρίως στις περιοχές του κεντρικού και νότιου Αιγαίου . Η χλωρίδα της Εύβοιας ήταν το θέ µ α µ ιας λεπτο µ ερούς µ ελέτης από τον Rechinger (1961), µ ε υλικό του ίδιου που περιλα µ βανόταν σε παλαιότερες δη µ οσιεύσεις του , ε µ πλουτισ µ ένο µ ε καινούργιο υλικό και κυρίως τις συλλογές του Φοίτου (1960). Από την εποχή εκείνη , πολλές χλωριδικές και βιοσυστη µ ατικές µ ελέτες έχουν γίνει για την Εύβοια και γειτονικές της περιοχές και η χλωριδική ποικιλότητα και φυτογεωγραφία του νησιού µ πορούν να ειδωθούν κάτω από το φως των λεπτο µ ερέστερων στοιχείων που έχου µ ε σή µ ερα στη διάθεσή µ ας . Γεωγραφία Η Εύβοια εκτείνεται κατά µ ήκος της Βορειοανατολικής ακτής της Στερεάς Ελλάδας . Με συνολική επιφάνεια 3654 km 2 είναι το δεύτερο σε µ έγεθος νησί της Ελλάδας µ ετά την Κρήτη . Το κατ ’ άξονα µ ήκος της είναι 175 km και το πλάτος της κυ µ αίνεται από 7 µ έχρι 45km. Από άποψη ανάγλυφου το νησί µ πορεί να χωριστεί σε τρία τ µ ή µ ατα . Το βόρειο και νότιο τ µ ή µ α της είναι ο µ αλά και λοφώδη , ενώ το κεντρικό είναι ορεινό . Τα κυριότερα όρη της Βόρειας Εύβοιας είναι τα Λιχάδα (763 m), Τελέθριο (970 m) και Ξηρόν (991 m). Η Κεντρική Εύβοια χωρίζεται από τη Βόρεια µ ε µ ία οροσειρά , που αποτελείται από το παράκτιο όρος Κανδήλι (1246 m) και από τις βορειοδυτικές διακλαδώσεις της ∆ίρφυς (1743 2 m), Πυξαριά (1343 m) και Γερακοβούνι . Οι νότιες απολήξεις της Σκοτεινή (1362 m), Μαυροβούνι (1189 m) και Όλυ µ πος (1172 m), διασχίζουν την Κεντρική Εύβοια . Το ση µ αντικότερο όρος της Νότιας Εύβοιας είναι η Όχη (1398 m). Από γεωλογική άποψη , οι κυριότεροι ορεινοί όγκοι του νησιού αποτελούνται από ασβεστόλιθους του Τριαδικού - Ιουρασικού , εκτός από το όρος Όχη που αποτελείται κυρίως από κρυσταλλικούς σχιστόλιθους και σιπολινο µ άρ µ αρα . Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από χλωριδική άποψη παρουσιάζουν τα οφιολιθικά πετρώ µ ατα της Βόρειας Εύβοιας . Παλαιογεωγραφία Στις αρχές του Μειοκαίνου , πριν 25 εκατο µµ ύρια χρόνια περίπου , η Εύβοια αποτελούσε τ µ ή µ α ενός µ εγάλου χερσαίου συγκροτή µ ατος γνωστό µ ε το όνο µ α “ Αιγαιής ”. Κατά τη διάρκεια του Μειοκαίνου ( πιθανώς Μέσο Μειόκαινο ) άρχισαν οι πρώτες διαρρήξεις και εγκατακρη µ νίσεις της Αιγαιΐδας . Κατά το Ανώτερο Μειόκαινο και Παλαιοπλειόκαινο η περιοχή της Εύβοιας αποτελεί χέρσο . Κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου µ ία γέφυρα ξηράς υπήρχε στο Κεντρικό Αιγαίο , ενώνοντας τη Νότια Ελλάδα µ ε τη Μικρά Ασία . Αυτή η γέφυρα ξηράς οριοθετείται προς το Βορρά από µ ία λί µ νη που καλύπτει µ εγάλα τ µ ή µ ατα του ση µ ερινού Βορείου Αιγαίου και προς το Νότο από το Κρητικό Πέλαγος , η οποία τη διαχωρίζει από τη γέφυρα ξηράς του Νοτίου Αιγαίου . Το Ανώτερο Πλειόκαινο και το Κατώτερο Πλειστόκαινο η θάλασσα κατέκλυσε ολόκληρη την περιοχή του Αιγαίου και δη µ ιουργήθηκαν τα κύρια βιογεωγραφικά όρια . Οι Κυκλάδες αποχωρίστηκαν από την Εύβοια , βόρεια της Άνδρου , και από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου . Την ίδια περίοδο , η Σκύρος αποχωρίστηκε από την Εύβοια , η οποία εξακολουθούσε να είναι ενω µ ένη µ ε την ηπειρωτική Ελλάδα . Η γεωγραφική απο µ όνωση της Εύβοιας από την ηπειρωτική Ελλάδα ολοκληρώθηκε αργότερα , κατά τη διάρκεια του Πλειστοκαίνου . Παράλληλα , κατά το Πλειστόκαινο , έλαβαν χώρα απότο µ ες διακυ µ άνσεις της θερ µ οκρασίας του πλανήτη , που είχαν ως αποτέλεσ µ α τη δη µ ιουργία τεσσάρων εποχών παγετώνων . Υπολογίζεται ότι κατά τη µ έγιστη παγετική εποχή του Τεταρτογενούς ( Γρι µ άλδιος απόσυρση της θάλασσας κατά το Würm II) η στάθ µ η της θάλασσας κατήλθε κατά 120 m περίπου . Η Εύβοια επανενώθηκε µ ε τη Στερεά Ελλάδα , αλλά παρέ µ ηνε απο µ ονω µ ένη από τις Κυκλάδες και τη Σκύρο . Για περισσότερο λεπτο µ ερείς αναφορές , ο αναγνώστης παραπέ µ πεται στις εργασίες των Creutzburg (1963), Greuter (1975) και ∆ερ µ ιτζάκης (1989, 1990). 3 Χλωριδική Ποικιλότητα Ως βιοποικιλότητα ή βιολογική ποικιλότητα ορίζεται η ποικιλότητα των ζωντανών οργανισ µ ών και των οικοσυστη µ άτων στα οποία συ µ περιλα µ βάνονται (Heywood & al.,1995). Ο όρος βιοποικιλότητα περιλα µ βάνει την ποικιλότητα µ έσα στα είδη , µ εταξύ των ειδών και των οικοσυστη µ άτων . Ο ορισ µ ός αυτός καλύπτει τρία αλληλοσυνδεό µ ενα επίπεδα ποικιλότητας : τη γενετική ποικιλότητα , την ποικιλότητα σε επίπεδο ειδών και την ποικιλότητα σε επίπεδο κοινωνίας ή οικοσυστή µ ατος . Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας , µ ελετήσα µ ε την βιοποικιλότητα της νήσου Εύβοιας σε επίπεδο ειδών χλωρίδας ( Χλωριδική Ποικιλότητα ). Στον Πίν . 1 παρατίθενται τα αναλυτικά στοιχεία της χλωρίδας της Εύβοιας . Από την κατα µ έτρηση των φυτών που περιλα µ βάνονται στο χλωριδικό κατάλογο , βρέθηκε ότι η χλωρίδα της Εύβοιας , µ ε τα µ έχρι σή µ ερα γνωστά στοιχεία , αποτελείται από 1824 taxa ( είδη και υποείδη ), από τα οποία 30 είναι Πτεριδόφυτα και 1794 Σπερ µ ατόφυτα . Σ ’ αυτά δε συ µ περιλα µ βάνονται 14 υβρίδια που έχουν αναφερθεί από την περιοχή . Πίνακας 1. Ανάλυση της χλωρίδας της νήσου Εύβοιας Συστη µ ατική Μονάδα Οικογένειες Γένη Είδη (Sp.) Υποείδη (Subsp.)Sp.+Subsp. Ποσοστό (%) Πτεριδόφυτα 5 14 28 2 30 1,7 Γυ µ νόσπερ µ α 4 6 8 5 13 0,7 ∆ικοτυλήδονα 96 366 1162 292 1454 79,7 Μονοκοτυλήδονα 13 122 286 41 327 17,9 ΣΥΝΟΛΟ 118 508 1484 340 1824 100 Ο µ εγάλος αριθ µ ός φυτικών ειδών , η σπανιότητα και το ιδιαίτερο φυτογεωγραφικό ενδιαφέρον πολλών από αυτά καθιστούν την Εύβοια ένα από τα ση µ αντικότερα κέντρα χλωριδικής ποικιλότητας στην περιοχή του Αιγαίου . Στον Πίν . 2 δίνονται συγκριτικά χλωριδικά στοιχεία ορισ µ ένων νήσων του Αιγαίου και της Κύπρου . Η κατάταξη των νησιών στον πίνακα ξεκινά από το νησί µ ε το υψηλότερο ποσοστό ενδη µ ισ µ ού και καταλήγει σε αυτό µ ε το χα µ ηλότερο . Τα νησιά των Κυκλάδων έχουν συ µ περιληφθεί ως ενιαίο σύνολο και γι ’ αυτό το λόγο το ποσοστό των ενδη µ ικών ειδών παρουσιάζεται αυξη µ ένο . Στην πραγ µ ατικότητα , η πλειοψηφία των ενδη µ ικών ειδών εξαπλώνεται σε περισσότερα από ένα νησιά . 4 Πίνακας 2. Συγκριτικός πίνακας χλωριδικών στοιχείων ορισ µ ένων νήσων του Αιγαίου και της Κύπρου Έκταση (km 2 ) Υψό µ ετρο (m) Συνολικός αριθ µ ός taxa Τοπικά ενδη µ ικά Ποσοστό ενδη µ ισ µ ού (%) Κρήτη 8331 2456 1824 139 7,62 Κύπρος 9251 1951 1778 129 7,26 Κυκλάδες 2807 1002 1200 34 2,80 Εύβοια 3654 1 743 1 824 42 2,30 Ικαρία 255 1037 829 15 1,81 Σα µ οθράκη 178 1611 962 13 1,35 Ρόδος 1403 1215 1127 12 1,06 Κύθηρα 278 506 788 7 0,88 Σά µ ος 476 1433 1056 9 0,85 Θάσος 379 1124 1256 8 0,64 Χίος 842 1297 1260 1 0,08 Λέσβος 1630 968 1450 1 0,07 Ο συνολικός αριθ µ ός των φυτικών ειδών και το ποσοστό των ενδη µ ικών ειδών που υπάρχουν σε κάθε νησί επηρεάζεται από ένα συνδυασ µ ό παραγόντων , οι ση µ αντικότεροι από τους οποίους είναι : η έκταση του νησιού , η γεωγραφική του θέση , ο αριθ µ ός των ζωνών βλάστησης και των τύπων οικοτόπων ( στον Πίν .2 το µ έγιστο υψό µ ετρο του κάθε νησιού έχει συ µ περιληφθεί ως ένα κατά προσέγγιση µ έτρο του παραπάνω παράγοντα ), ο χρόνος της γεωγραφικής απο µ όνωσης του νησιού , η απόσταση που το χωρίζει από την πλησιέστερη ηπειρωτική χέρσο και η χλωριδική σύνθεση και χλωριδική ποικιλότητα της ηπειρωτικής περιοχής - δότη . Κατά κανόνα , όσο πλησιέστερα βρίσκεται ένα νησί στην ηπειρωτική χέρσο τόσο υψηλότερη χλωριδική ποικιλότητα έχει και όσο µ ακρύτερα από την ηπειρωτική χέρσο βρίσκεται και για όσο περισσότερο χρόνο διαρκεί η γεωγραφική του απο µ όνωση , τόσο αυξάνεται το ποσοστό των ενδη µ ικών ειδών στη χλωρίδα του . Μεταξύ των νησιών του Αιγαίου που βρίσκονται πολύ κοντά σε κάποια ηπειρωτική περιοχή , η Εύβοια παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό ενδη µ ισ µ ού . Ο µ εγάλος πλούτος της χλωρίδας της Εύβοιας την καθιστά ένα από τα ση µ αντικότερα κέντρα χλωριδικής ποικιλότητας στον Ελληνικό χώρο . Φυτογεωγραφία