Preview only show first 10 pages with watermark. For full document please download

ιπλωματικη εργασια θεμα ιαχειριση κερ ων: οι αντιληψεισ των ελεγκτων, των λογιστων και των τραπεζικων υπαλληλων φοιτητησ: λιπαρασ ημητριοσ (αεμ: 152)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΟΙΚΗΣΗ» ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΕΡ ΩΝ: ΟΙ

   EMBED


Share

Transcript

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΙΟΙΚΗΣΗ» ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΕΡ ΩΝ: ΟΙ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ, ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΛΙΠΑΡΑΣ ΗΜΗΤΡΙΟΣ (ΑΕΜ: 152) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΦΛΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΙΟΡ ΑΝΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Στην οικογένειά µου, 2 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα διπλωµατική εργασία µε τίτλο «ιαχείριση κερδών: Οι αντιλήψεις των ελεγκτών, των λογιστών και των τραπεζικών υπαλλήλων», έγινε στα πλαίσια του ιατµηµατικού Μεταπτυχιακού Προγράµµατος «Πληροφορική και ιοίκηση» των τµηµάτων Πληροφορικής και Οικονοµικών Επιστηµών του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, στηριζόµενη σε διεθνή, αλλά και εγχώρια αρθρογραφία και βιβλιογραφία. Για την ολοκλήρωση αυτής της εργασίας οφείλω να ευχαριστήσω τους καθηγητές του Μεταπτυχιακού Προγράµµατος «Πληροφορική και ιοίκηση» του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, που µε τη βοήθειά τους διευρύνθηκε το γνωστικό µου πεδίο, δίνοντάς µου συνεχώς ερεθίσµατα για περαιτέρω µελέτη. Κυρίως, όµως, γιατί µε βοήθησαν να εµβαθύνω περισσότερο στον τοµέα της Πληροφορικής και ιοίκησης, ο οποίος είναι ένας τοµέας που µε ενδιαφέρει πραγµατικά, και µε τον οποίο δεν είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή κατά τις προπτυχιακές µου σπουδές στο τµήµα Πληροφορικής. Ιδιαίτερα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Φλωρόπουλο Ιορδάνη, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τµήµατος Οικονοµικών Επιστηµών, ο οποίος µε ενθάρρυνε να αναπτύξω το συγκεκριµένο θέµα και µου έδωσε όλες τις απαραίτητες οδηγίες για την επιτυχή ολοκλήρωση αυτού του εγχειρήµατος. Τέλος, ένα ευχαριστώ στην οικογένειά µου, τους φίλους και τους συµφοιτητές µου για την ηθική συµπαράσταση. 3 Πρόλογος... 3 Περίληψη Εισαγωγή Έννοιες της διαχείρισης κερδών Ορισµός της διαχείρισης κερδών ιαφωνία µεταξύ ακαδηµαϊκών και επαγγελµατιών νοµοθετών Είναι η διαχείριση κερδών ηθική? Συνέπειες της διαχείρισης κερδών για την κεφαλαιαγορά Λόγοι - Κίνητρα για διαχείριση κερδών Ικανοποίηση των προσδοκιών των αναλυτών Αποφυγή παραβίασης των συµβολαίων που ρυθµίζουν τα χρέη και ελαχιστοποίηση του πολιτικού κόστους Είσοδος στο χρηµατιστήριο ή αύξηση µετοχικού κεφαλαίου Συµφωνίες ανταµοιβής στελεχών Εσωτερική πληροφόρηση Αλλαγή διοίκησης Άλλα κίνητρα Τεχνικές διαχείρισης κερδών Big bath (µεγάλο λουτρό) Cookie jar Abuse of materiality (παραβίαση της ουσιαστικότητας) Round-tripping, back-to-back και swaps Υποχρεωτική εφαρµογή λογιστικών προτύπων Αλλαγή λογιστικών µεθόδων Συντηρητική λογιστική Εξοµάλυνση των κερδών Ανίχνευση της διαχείρισης κερδών Ανίχνευση της διαχείρισης κερδών µέσω µαθηµατικών µοντέλων Ψευδείς οικονοµικές καταστάσεις και ανίχνευσή τους ιαχείριση κερδών και ελληνική πραγµατικότητα Βιβλιογραφική επισκόπηση Το ελληνικό λογιστικό σύστηµα Ανάπτυξη υποθέσεων της έρευνας Μεθοδολογία της έρευνας Η διαδικασία επιλογής του δείγµατος Το ερωτηµατολόγιο και οι στατιστικοί έλεγχοι που εφαρµόστηκαν Ανάλυση σχολιασµός των αποτελεσµάτων Συµπεράσµατα προτάσεις...68 Αρθρογραφία - Βιβλιογραφία...70 Παράρτηµα Περίληψη Η διαχείριση κερδών δεν είναι πρόσφατη σαν έννοια. Έχει υπάρξει αντικείµενο έρευνας, συζήτησης, ακόµα και διαµάχης σε πάρα πολλές χώρες και έχει απασχολήσει την ακαδηµαϊκή κοινότητα για µεγάλο χρονικό διάστηµα. Αν και η συγκεκριµένη µελέτη δεν είναι η πρώτη στο είδος της, φιλοδοξούµε να δώσουµε µια νέα διάσταση στο θέµα µέσα από τη µελέτη της έκτασης του φαινοµένου στην ελληνική πραγµατικότητα, αφού πρώτα περιγράψουµε και αναλύσουµε τις σηµαντικότερες πτυχές της διαχείρισης κερδών. 1. Εισαγωγή Έννοιες της διαχείρισης κερδών 1.1 Ορισµός της διαχείρισης κερδών Σύµφωνα µε τον Beneish (2001), οι ακαδηµαϊκοί δεν έχουν καταφέρει να συναινέσουν σε έναν ορισµό της διαχείρισης κερδών. Με άλλα λόγια, δεν έχει γίνει δυνατό µέχρι σήµερα να παρατεθεί ένας ορισµός της διαχείρισης κερδών κοινά αποδεκτός από όλους τους ακαδηµαϊκούς. Στη συνέχεια θα προσπαθήσουµε να παραθέσουµε και να αναλύσουµε µερικούς από τους ορισµούς της διαχείρισης κερδών που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί: 1) Η διαχείριση κερδών είναι «η διαδικασία της λήψης σκόπιµων βηµάτων εντός των ορίων των γενικά αποδεκτών λογιστικών αρχών, µε σκοπό την επίτευξη ενός επιθυµητού ορίου αναφερόµενων κερδών» (Davidson, Stickney και Weil, 1987, αναφέρεται στον Schipper, 1989, p.92). 2) Η διαχείριση κερδών είναι «µία σκόπιµη επέµβαση στην εξωτερική οικονοµική διαδικασία υποβολής εκθέσεων, µε πρόθεση την απόκτηση ιδιωτικού κέρδους»... «Μια δευτερεύουσα επέκταση αυτού του ορισµού θα κάλυπτε την «πραγµατική» διαχείριση κερδών, η οποία επιτυγχάνεται µε αποφάσεις συγχρονισµού επενδύσεων ή χρηµατοδότησης, προκειµένου να 5 αλλοιωθούν τα αναφερόµενα κέρδη ή κάποιο υποσύνολο αυτών» (Schipper, 1989, p.92). 3) «Η διαχείριση κερδών εµφανίζεται όταν οι διευθυντές χρησιµοποιούν την κρίση τους στην υποβολή οικονοµικών εκθέσεων και στη δόµηση συναλλαγών για να αλλοιώσουν τις οικονοµικές εκθέσεις, είτε για να παραπλανήσουν µερικούς συµµετόχους σχετικά µε την ελλοχεύουσα οικονοµική απόδοση της επιχείρησης, είτε για να επηρεάσουν την έκβαση των συµβάσεων που εξαρτώνται από αναφερόµενους λογιστικούς αριθµούς» (Healy και Wahlen, 1999, p.368). 4) Ο Levit (1998) ορίζει τη διαχείριση κερδών «ως µια γκρίζα περιοχή, όπου η λογιστική διαστρέφεται και οι αναφορές κερδών αντανακλούν τις επιθυµίες της διοίκησης παρά την πραγµατική οικονοµική απόδοση της επιχείρησης». Αν και οι παραπάνω ορισµοί είναι ευρέως αποδεκτοί, εντούτοις είναι δύσκολο να καταστούν άµεσα λειτουργικοί χρησιµοποιώντας τις ιδιότητες των αναφερόµενων λογιστικών αριθµών, δεδοµένου ότι επικεντρώνονται στις προθέσεις της διοίκησης, οι οποίες είναι δύσκολο να ανιχνευτούν. Οι τρεις πρώτοι ορισµοί εξετάζουν τη διαχείριση των ενεργειών που πραγµατοποιούνται µέσα στο πλαίσιο της υποβολής οικονοµικών εκθέσεων, συµπεριλαµβανοµένης και της δόµησης των συναλλαγών έτσι ώστε να ισχύουν επιθυµητές λογιστικές επεξεργασίες. Σύµφωνα µε το δεύτερο ορισµό, η διαχείριση κερδών µπορεί να εµφανιστεί µέσω του συγχρονισµού των πραγµατικών αποφάσεων επενδύσεων και χρηµατοδότησης. Αν το ζήτηµα συγχρονισµού καθυστερεί ή επιταχύνει κάποιες δαπάνες για µια πολύ µικρή χρονική περίοδο µέσα στο οικονοµικό έτος µιας επιχείρησης, τότε µπορούµε να πούµε πως ο συγχρονισµός των πραγµατικών αποφάσεων αποτελεί ένα µέσο διαχείρισης των κερδών. Κοινό σηµείο των παραπάνω ορισµών είναι η διαστρέβλωση της πραγµατικής εικόνας της επιχείρησης, ώστε να παρουσιάζει µια εικόνα που να εξυπηρετεί καλύτερα τα συµφέροντά της. Στην ουσία, η διαχείριση κερδών στηρίζεται στην ευελιξία των διάφορων λογιστικών κανόνων (όπως για 6 παράδειγµα των Γενικών Αποδεκτών Λογιστικών Αρχών) και νόµων ή ακόµη και στην εκµετάλλευση των αδυναµιών τους και την παραβίαση αυτών. Στις ΗΠΑ ο όρος «διαχείριση κερδών» συχνά περιγράφεται ως απάτη που διενεργείται µέσω της σκόπιµης αλλοίωσης των οικονοµικών καταστάσεων των επιχειρήσεων. Συγκεκριµένα, όπως µας πληροφορούν οι Dechow και Skinner (2000), συχνά η SEC (Securities and Exchange Commission) στις οµιλίες και στα έγγραφά της συνδέει την απάτη µε τη διαχείριση κερδών. Όπως είναι γνωστό, τα κέρδη είναι ο κυριότερος λόγος που γίνονται επενδύσεις. Τα κέρδη ορίζουν, επίσης, την αµοιβή των επενδυτών που είναι ανάλογη των προσπαθειών αυτών και των αποφάσεων που αυτοί πήραν. Έτσι είναι αναµενόµενο ότι τα κέρδη θεωρούνται από τους αναλυτές, τους επενδυτές, τα ανώτερα στελέχη και τους διευθύνοντες συµβούλους ως το σηµαντικότερο στοιχείο των οικονοµικών καταστάσεων που δηµοσιεύονται από τις επιχειρήσεις. Αν και ακολουθούνται οι Γενικές Αποδεκτές Λογιστικές Αρχές (GAAP), τα στελέχη είναι ελαστικά ως προς την επιλογή της λογιστικής µεθόδου που θα χρησιµοποιήσουν, καθώς και ως προς τη χρονική στιγµή που θα επιλέξουν να κάνουν µια πώληση ή κάποιο έξοδο. Επίσης, µπορούν να αλλάξουν το αποτέλεσµα µεταξύ των χρονικών περιόδων καθυστερώντας ή επιταχύνοντας κάποιες διαδικασίες. Έτσι, γίνεται προφανές πως τα στελέχη έχουν και τα κίνητρα για να διαχειριστούν τα κέρδη και την ικανότητα να το κάνουν (Degeorge, Patel, Zeckhauser, 1999). Σύµφωνα µε τον πρώην πρόεδρο της SEC, Levitt (1998), η διαχείριση των κερδών είναι ευρέως διαδεδοµένη, τουλάχιστον µεταξύ των δηµοσίων επιχειρήσεων, δεδοµένου ότι πιέζονται για να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των αναλυτών. Ο ίδιος δήλωσε ότι αυτή η κρίση προήλθε από τις οικονοµικές καταστάσεις και τη λογιστική, και ζήτησε την καταγγελία τυχόν παραβιάσεων των οικονοµικών καταστάσεων, υπογραµµίζοντας την ευθύνη των επιτροπών ελέγχου και των ελεγκτών. Σύµφωνα µε αρκετούς ερευνητές, υπάρχουν δύο προοπτικές στη διαχείριση κερδών: η καιροσκοπική προοπτική, όπου υποστηρίζεται ότι οι διευθυντές επιδιώκουν να παραπλανήσουν τους επενδυτές, και η προοπτική της πληροφόρησης, που διατυπώθηκε πρώτα από τους Holthausen και Leftwich (1983), η οποία υποστηρίζει πως η διακριτικότητα είναι ένας τρόπος 7 για να αποκαλύψουν οι διευθυντές στους επενδυτές τις προσωπικές προσδοκίες τους για τη µελλοντική απόδοση της εταιρείας. Αρκετές προγενέστερες έρευνες έχουν βεβαιώσει τα συµπεράσµατά τους σχετικά µε την καιροσκοπική προοπτική της διαχείρισης κερδών, αλλά δεν έχουν εξετάσει την προοπτική της πληροφόρησης. 1.2 ιαφωνία µεταξύ ακαδηµαϊκών και επαγγελµατιών νοµοθετών Ένα ενδιαφέρον ζήτηµα της διαχείρισης κερδών είναι αυτό, µε το οποίο ασχολείται η έρευνα των Dechow και Skinner (2000) και αφορά τη διαφωνία των ακαδηµαϊκών από τη µια πλευρά και των νοµοθετών και επαγγελµατιών από την άλλη σχετικά µε τη διαχείριση κερδών. Πιο συγκεκριµένα, όπως υποστηρίζουν οι δύο ερευνητές, ενώ οι επαγγελµατίες και οι νοµοθέτες πιστεύουν πως η διαχείριση κερδών είναι ένα φαινόµενο προβληµατικό και κυρίαρχο στις επιχειρήσεις, η ακαδηµαϊκή έρευνα δεν έχει δείξει πως η διαχείριση κερδών έχει σοβαρές επιπτώσεις στα αναφερόµενα κέρδη των επιχειρήσεων ή ότι θα έπρεπε να απασχολεί και να προβληµατίζει το επενδυτικό κοινό. Πιο συγκεκριµένα, οι Bao και Bao (2004) αναφέρουν τρεις λόγους, για τους οποίους η διαχείριση κερδών δε θα έπρεπε να θεωρηθεί προβληµατική: 1) Η διαχείριση κερδών είναι µια διαδικασία υπολογισµού accruals (δεδουλευµένων εσόδων/εξόδων), και οι συστηµατικές επιλογές της λογιστικής των δεδουλευµένων που λαµβάνονται µέσα στο πλαίσιο των Γενικών Αποδεκτών Λογιστικών Αρχών (GAAP) θα έπρεπε να διαφοροποιηθούν από τις οικονοµικές εκθέσεις που προσπαθούν να παραπλανήσουν τους επενδυτές. 2) Η διαχείριση των accruals είναι προβληµατική, µόνο όταν το κίνητρο είναι καιροσκοπικό. 3) Η διαχείριση κερδών δεν έχει ιδιαίτερη σηµασία, αν συνυπολογιστεί η υπόθεση της αποδοτικής αγοράς (efficient market hypothesis). Για αυτή τη διάσταση απόψεων µεταξύ των νοµοθετών και επαγγελµατιών και των ακαδηµαϊκών ευθύνονται αρκετοί λόγοι. Πρώτον, οι 8 ακαδηµαϊκοί τείνουν να κάνουν γενικές δηλώσεις και διαπιστώσεις σχετικά µε τη διαχείριση κερδών και συχνά επιλέγουν να εξετάσουν µεγάλα δείγµατα εταιρειών. Έτσι, χρησιµοποιούν στατιστικούς ορισµούς της διαχείρισης κερδών που µπορεί να µην είναι τόσο ισχυροί στην ανίχνευση και αναγνώριση του φαινοµένου. Αντίθετα, οι επαγγελµατίες και οι νοµοθέτες παρατηρούν και αντιµετωπίζουν καθηµερινά περιπτώσεις διαχείρισης κερδών. εύτερον, οι ακαδηµαϊκοί επικεντρώνονται σε κίνητρα διαχείρισης κερδών που παρέχονται κυρίως από συµβάσεις και συνάψεις συµβολαίων (συµβάσεις χρεών, συµφωνίες ανταµοιβής στελεχών, κ.α.). Οι επαγγελµατίες και οι νοµοθέτες, από την άλλη, ενδιαφέρονται για τα κίνητρα διαχείρισης κερδών που παρέχονται από τις αγορές κεφαλαίου (π.χ. επαλήθευση των προβλέψεων των αναλυτών για το οικονοµικό έτος). Τρίτον, οι ακαδηµαϊκοί και οι επαγγελµατίες έχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά µε την έκταση, στην οποία η ορθολογιστική ικανότητα των επενδυτών µπορεί να µετριάσει τα προβλήµατα που προκαλούνται από τη διαχείριση κερδών. Για παράδειγµα, οι ακαδηµαϊκοί µερικές φορές στηρίζονται στην υπόθεση πως η αγορά είναι αποδοτική και αποτελεσµατική για να ισχυριστούν ότι η διαχείριση κερδών δεν αποτελεί πηγή προβληµάτων όσο αποκαλύπτεται πλήρως στο επενδυτικό κοινό. Οι νοµοθέτες και οι επαγγελµατίες διαφωνούν µε αυτόν τον ισχυρισµό. 1.3 Είναι η διαχείριση κερδών ηθική? Ένα άλλο θέµα που θα έπρεπε να µας απασχολήσει είναι αυτό που σχετίζεται µε την ηθικότητα της διαχείρισης κερδών. Όπως αναφέρει ο Abdelghany (2005), αν και η διαχείριση κερδών δεν παραβιάζει ρητά τους λογιστικούς κανόνες, ηθικά είναι µία αµφισβητήσιµη πρακτική. Ένας οργανισµός που διαχειρίζεται τα κέρδη του στέλνει το µήνυµα στους υπαλλήλους του πως η διαστρέβλωση της αλήθειας είναι αποδεκτή πρακτική. Στελέχη που προβαίνουν σε διαχείριση κερδών ρισκάρουν τη δηµιουργία ενός κλίµατος, µέσα στο οποίο και άλλες αµφισβητήσιµες ενέργειες µπορούν να συµβούν. Ο Chong (2006) υποστηρίζει πως όσο η διαχείριση κερδών δε χρησιµοποιείται µε σκοπό το όφελος µιας συγκεκριµένης οµάδας επενδυτών ή της διοίκησης, αλλά µε σκοπό το όφελος του οργανισµού και του επενδυτικού 9 κοινού, όσο παρέχεται ολοκληρωµένη και σωστή πληροφόρηση για τη διαδικασία σε όλους τους ενδιαφερόµενους και φυσικά όσο δεν παραβιάζονται ρητά οι λογιστικοί κανόνες και νόµοι, τότε δεν τίθεται θέµα ηθικότητας της διαχείρισης κερδών. 1.4 Συνέπειες της διαχείρισης κερδών για την κεφαλαιαγορά Αφού η διαχείριση κερδών είναι, εξ ορισµού, δύσκολο να ανιχνευτεί, µε την ίδια λογική είναι επίσης δύσκολο να κατασκευαστούν µελέτες που να περιγράφουν την αντίδραση των συµµετεχόντων στην κεφαλαιαγορά στην αποκάλυψη περιπτώσεων διαχείρισης κερδών. Οι ήδη υπάρχουσες µελέτες επικεντρώνονται σε ακραίες περιπτώσεις διαχείρισης κερδών που καταλήγουν σε ενέργειες επιβολής από µέρους του SEC. Πιο συγκεκριµένα, οι Feroz, Park και Pastena (1991) αναφέρουν ότι η πλειοψηφία των περιπτώσεων διαχείρισης κερδών που µελετούν κατά τη διάρκεια της περιόδου καταλήγουν σε απολύσεις µελών της διοίκησης ή δικαστικές αγωγές µετόχων, και ότι η µέση αντίδραση της τιµής της µετοχής στην ανακοίνωση τέτοιων ενεργειών είναι -13% (-6% όταν τέτοιου είδους προβλήµατα αποκαλύπτονται νωρίτερα). Οι Dechow, Sloan και Sweeney (1996) βρίσκουν µέσω της µελέτης του δείγµατός τους (το οποίο καλύπτει την περίοδο ) ότι η µέση αντίδραση της τιµής της µετοχής είναι -9%. Όλα αυτά µας δείχνουν πως η αποκάλυψη ακραίων περιπτώσεων διαχείρισης κερδών τιµωρείται από τους συµµετέχοντες στην κεφαλαιαγορά. Επιπλέον, οι Dechow, Sloan και Sweeney (1996) παρέχουν στοιχεία σχετικά µε τις δοµές εταιρικής διακυβέρνησης που συνδέονται περισσότερο µε τη διαχείριση κερδών. Υποστηρίζουν ότι εταιρείες που έχουν δεχθεί ενέργειες επιβολής από τον SEC είναι περισσότερο πιθανό να έχουν πιο αδύναµες δοµές διακυβέρνησης. Πιο συγκεκριµένα, αναφέρουν ότι αυτές οι εταιρείες είναι λιγότερο πιθανό να έχουν επιτροπή ελέγχου, περισσότερο πιθανό να έχουν συµβούλιο διοικούµενο εκ των έσω και πιο πιθανό να έχουν διευθυντή που να είναι ταυτόχρονα και ο ιδρυτής της εταιρείας. Παρόµοια αποτελέσµατα αναφέρει και ο Beasley (1996). 10 Το υπόλοιπο της εργασίας οργανώνεται ως εξής: στην ενότητα 2, αναλύονται τα κίνητρα που ωθούν τις επιχειρήσεις να προχωρήσουν στην είτε ανοδική, είτε καθοδική διαχείριση κερδών. Στην ενότητα 3, περιγράφονται οι τεχνικές και οι µέθοδοι διαχείρισης κερδών. Στην επόµενη ενότητα, αναλύονται οι προσπάθειες ανίχνευσης της διαχείρισης κερδών µέσω διαφόρων µαθηµατικών µοντέλων και µέσω της αναγνώρισης ψευδών οικονοµικών καταστάσεων. Η ενότητα 5 αφορά τη διαχείριση κερδών και την ελληνική πραγµατικότητα. Στην ενότητα 6 αναπτύσσουµε τις υποθέσεις της έρευνάς µας. Στη συνέχεια αναλύουµε τη µεθοδολογία της έρευνας και τα αποτελέσµατά της. Στην ένατη και τελευταία ενότητα παρέχουµε τα συµπεράσµατά µας και προτείνουµε προσεγγίσεις για περαιτέρω ανάλυση. 2. Λόγοι - Κίνητρα για διαχείριση κερδών Υπάρχει µεγάλο ενδιαφέρον από την πλευρά των ακαδηµαϊκών σχετικά µε τα κίνητρα και τους λόγους που ωθούν τις επιχειρήσεις και τους διευθυντές αυτών στη διαχείριση κερδών. Μία επιχείρηση µπορεί να διαχειριστεί τα κέρδη της ανοδικά ή καθοδικά, δηλαδή προκειµένου να τα αυξήσει ή να τα µειώσει, ανάλογα µε τον λόγο για τον οποίο µπαίνει σε αυτή τη διαδικασία και ανάλογα µε τους στόχους της. Θα προσπαθήσουµε να αναλύσουµε τους σηµαντικότερους λόγους, οι οποίοι ωθούν τις επιχειρήσεις στην είτε καθοδική, είτε ανοδική διαχείριση κερδών. 2.1 Ικανοποίηση των προσδοκιών των αναλυτών Ίσως το σηµαντικότερο κίνητρο για µία επιχείρηση για να προβεί σε διαχείριση κερδών είναι η επαλήθευση των προβλέψεων και των εκτιµήσεων των αναλυτών σχετικά µε την απόδοσή της. Οι προσδοκίες των αναλυτών και οι προβλέψεις των ίδιων των επιχειρήσεων για την απόδοσή τους τείνουν να 11 χρησιµοποιούν δύο σηµαντικά στοιχεία της οικονοµικής απόδοσης: τα έσοδα και τα κέρδη. Έτσι η πίεση που αντιµετωπίζουν οι επιχειρήσεις και τα στελέχη τους προκειµένου να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες είναι ιδιαίτερα έντονη. Αρκετές πρόσφατες έρευνες αναφέρουν πως κύρια µέριµνα των στελεχών των επιχειρήσεων είναι η επίτευξη τριών βασικών στόχων απόδοσης: 1) η αποφυγή ανακοίνωσης ζηµιών, 2) η ανακοίνωση αυξήσεων στα κέρδη στα τριµηνιαία αποτελέσµατα των επιχειρήσεων και 3) η ικανοποίηση των προσδοκιών των αναλυτών. Η έρευνα των Degeorge, Patel και Zeckhauser (1999) παρέχει και µία ιεραρχική σχέση µεταξύ των τριών αυτών στόχων απόδοσης. Πιο συγκεκριµένα, αναφέρεται πως τα στελέχη ασχολούνται πρωτίστως µε την αποφυγή κοινοποίησης ζηµιών. Όταν έχει επιτευχθεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων, είναι σηµαντικό έπειτα να αναφέρουν αυξήσεις κερδών στα τριµηνιαία αποτελέσµατα, και τέλος, όταν έχει επιτευχθεί και ο στόχος της αύξησης των κερδών, τότε κύριο µέληµα των στελεχών γίνεται η επαλήθευση των προβλέψεων των αναλυτών σχετικά µε την οικονοµική απόδοση των εταιρειών. Άλλες έρευνες έχουν ασχοληθεί µε το θέµα του γιατί οι προαναφερθέντες στόχοι απόδοσης είναι σηµαντικοί για τους συµµετέχοντες της αγοράς (συµπεριλαµβανοµένων και των στελεχών). Έτσι, οι Barth, Elliott και Finn (1999) βρήκαν ότι οι µετοχές των εταιρειών που αναφέρουν συνεχείς αυξήσεις στα ετήσια κέρδη τους κοστολογούνται σε τιµή ανώτερη από την κανονική, σε σύγκριση µε τις µετοχές εταιρειών που δεν αναφέρουν τέτοιες αυξήσεις. Επιπλέον, οι Skinner και Sloan (2000) αναφέρουν πως η αντίδραση των τιµών των µετοχών σε δυσάρεστες ανακοινώσεις των επιχειρήσεων σχετικά µε τα κέρδη τους είναι δυσανάλογα µεγάλη. Κατά συνέπεια, όταν οι ανακοινώσεις των επιχειρήσεων αποκλίνουν έστω και σε µικρό βαθµό από τις προβλέψεις των αναλυτών, τότε οι µετοχές τους χάνουν ένα δυσανάλογα µεγάλο µέρος της αξίας τους. Όλα αυτά δείχνουν πως παρέχεται ένα ιδιαίτερα σηµαντικό κίνητρο στα στελέχη για να καταφέρουν να πετύχουν τους στόχους των εταιρειών τους και να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των αναλυτών. Έτσι µπορούν εύκολα να καταφύγουν στη διαχείριση κερδών για να διευκολύνουν το έργο τους. Είναι τουλάχιστον ειρωνικό το γεγονός ότι συχνά οι ίδιες οι επιχειρήσεις ευθύνονται για την πίεση που δηµιουργείται προκειµένου να ικανοποιήσουν 12 τις προσδοκίες της αγοράς. Και αυτό γιατί είναι συνηθισµένη η πρακτική των εταιρειών να παρέχουν οι ίδιες στους αναλυτές και στο επενδυτικό κοινό εκτιµήσεις σχετικά µε τα κέρδη τους. Έτσι οι επιχειρήσεις αντιµετωπίζουν το δύσκολο έργο του να επαληθεύσουν τις δικές τους εκτιµήσεις και προβλέψεις. Όπως αναφέρουν οι Mckay και Brown (2002), διάφορες εταιρείες όπως η Coca-Cola, η Intel και η Gillette, έχουν πλέον υιοθετήσει αντίθετη στάση και δεν παρέχουν πλέον τριµηνιαίες και ετήσιες εκτιµήσεις κερδών στους αναλυτές. Με αυτόν τον τρόπο, οι επιχειρήσεις αυτές ισχυρίζονται πως έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους από την επίτευξη των βραχυπρόθεσµων στόχων τους στην επίτευξη των µακροπρόθεσµων. Επίσης, σύµφωνα µε τον Φίλιο (2003), τα ανώτερα στελέχη συχνά χαµηλώνουν τις προσδοκίες της αγοράς επίτηδες µέσω απαισιόδοξων αποκαλύψεων και κατόπιν διαχειρίζονται ανοδικά τα κέρδη «νικώντας» τις προσδοκίες της αγοράς. 2.2 Αποφυγή παραβίασης των συµβολαίων που ρυθµίζουν τα χρέη και ελαχιστοποίηση του πολιτικού κόστους Τα συµβόλαια, οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης δανείου είναι ένα σηµαντικό θέµα στην οικονοµική λογιστική, αφού οι δανειστές συχνά χρησιµοποιούν χρηµατοοικονοµικούς αριθµοδείκτες και λογιστικά νούµερα (π.χ. κέρδη) που αφορούν διάφορους στόχους απόδοσης για να ρυθµίσουν τις ενέργει